Οι πρόεδροι της ΚΑΕ Ολυμπιακός, Παναγιώτης και Γιώργος Αγγελόπουλος, ετοιμάζονται να τοποθετηθούν δημόσια για τα ζητήματα που αφορούν την ομάδα, το ελληνικό μπάσκετ και την ισορροπία στον ανταγωνισμό.

Η απόφαση αυτή δεν πηγάζει από συναισθηματική φόρτιση ή σκοπιμότητες. Πηγάζει από το αίσθημα ευθύνης απέναντι στον Ολυμπιακό και το φίλαθλο κοινό, το οποίο δικαιούται να γνωρίζει την πραγματικότητα

Το γηπεδικό ζήτημα του Ολυμπιακού, μια εκκρεμότητα που συνεχίζεται

Ο Ολυμπιακός μπαίνει στην τρίτη του σεζόν χωρίς ουσιαστική πρόοδο στο θέμα του Σταδίου Ειρήνης και Φιλίας. Παρά τις προθέσεις, τις συζητήσεις και τις δεσμεύσεις, η παραχώρηση και αναβάθμιση του ΣΕΦ δεν έχει ακόμα υλοποιηθεί. Η ομάδα συνεχίζει να αγωνίζεται σε ένα γήπεδο που παρουσιάζει σοβαρά προβλήματα υποδομών, τα οποία επηρεάζουν όχι μόνο την εικόνα του συλλόγου, αλλά και την εμπειρία των φιλάθλων, των παικτών και των εργαζομένων, παρά τα χρήματα για βελτιώσεις που έχουν βάλει οι ιδιοκτήτες της ΚΑΕ.
ΟΑΚΑ: Το παράδειγμα του αθέμιτου ανταγωνισμού

Την ίδια στιγμή, ο Παναθηναϊκός έχει αναλάβει τη διαχείριση και την αξιοποίηση του ΟΑΚΑ, προχωρώντας σε παρεμβάσεις που βελτίωσαν αισθητά την έδρα του. Είναι απόλυτα θεμιτό να γίνονται τέτοιες κινήσεις που αναβαθμίζουν τις ομάδες και το ελληνικό μπάσκετ συνολικά. Ωστόσο, σε μια ευνομούμενη αθλητική πραγματικότητα, θα έπρεπε οι αντίστοιχες διαδικασίες να προχωρούν με την ίδια ταχύτητα και ισοτιμία για όλους. Το ζήτημα δεν είναι ανταγωνιστικό. Είναι θεσμικό.

Δεν τίθεται θέμα σύγκρισης ή αντιπαράθεσης. Το ζήτημα είναι η ανάγκη για ίσους όρους. Όταν μία ομάδα διαθέτει πλήρη διαχείριση της έδρας της και μια άλλη όχι, τότε η έννοια της ισονομίας δοκιμάζεται στην πράξη. Δεν είναι θέμα παραπόνου. Είναι θέμα αρχής. Και γι’ αυτό ακριβώς οι πρόεδροι θα τοποθετηθούν δημόσια.

Για να υπάρξει πρόοδος, πρέπει πρώτα να υπάρξει διαφάνεια

Ο Ολυμπιακός δεν επιδιώκει προνόμια. Επιθυμεί να λειτουργεί σε συνθήκες που να του επιτρέπουν να ανταγωνίζεται επί ίσοις όροις, εντός και εκτός συνόρων. Σε συνθήκες που αρμόζουν στο επίπεδο του συλλόγου και στο ελληνικό μπάσκετ συνολικά. Η επικείμενη τοποθέτηση των διοικητικών ηγετών της ομάδας αποτελεί μια αναγκαία πράξη ευθύνης. Και παράλληλα ένα κάλεσμα σε όλους τους εμπλεκόμενους να συμβάλουν έμπρακτα στη διαμόρφωση ενός πλαισίου δικαίου, σοβαρού και βιώσιμου για το παρόν και το μέλλον του αθλήματος.

Όσα συνέβησαν στους τελικούς επιβεβαιώνουν την ανάγκη σοβαρότητας

Η φετινή σειρά των τελικών αποτέλεσε μια ακόμα αφορμή για προβληματισμό. Αντί να αποτελέσει γιορτή για το ελληνικό μπάσκετ, στιγματίστηκε από συμπεριφορές που δεν συνάδουν με το επίπεδο της διοργάνωσης. Οι προπηλακισμοί διαιτητών, οι απειλές, οι ειρωνείες προς παίκτες του Ολυμπιακού, οι απαξιωτικοί χαρακτηρισμοί και η απόπειρα εκφοβισμού παραγόντων, δημοσιογράφων και παρατηρητών, δεν μπορούν να εκλαμβάνονται ως «στιγμές έντασης».

Η εικόνα του ιδιοκτήτη αντίπαλης ομάδας να κινείται ανεξέλεγκτα στα αποδυτήρια, στους χώρους των διαιτητών και στο παρκέ, είναι κάτι που δεν έχει θέση σε κανένα σοβαρό ευρωπαϊκό πρωτάθλημα. Πολύ περισσότερο όταν συνοδεύεται από απειλές και χυδαίους χαρακτηρισμούς, όπως έχουν καταγραφεί όχι μόνο από κάμερες, αλλά και από τις εκθέσεις των αρμοδίων.

Το ζήτημα δεν είναι προσωπικό. Είναι θεσμικό.

Όταν τέτοιες συμπεριφορές μένουν ατιμώρητες, όταν η παραβίαση των κανόνων παρουσιάζεται σχεδόν ως «δικαίωμα του ισχυρού, τότε δεν μπορούμε να μιλάμε για κανονικότητα στο ελληνικό μπάσκετ. Και ο Ολυμπιακός δεν μπορεί να σιωπά. Ούτε να αποδέχεται ότι αυτή είναι η «μοίρα» των τελικών στην Ελλάδα. Η σιωπή δεν είναι ουδετερότητα. Είναι συνενοχή.

Η τοποθέτηση των προέδρων της ΚΑΕ Ολυμπιακός δεν έχει στόχο να διχάσει. Έχει στόχο να αναδείξει τη διαστρέβλωση του αυτονόητου. Δεν είναι αυτονόητο να κινδυνεύει η σωματική ακεραιότητα διαιτητών, παικτών ή υπαλλήλων ομάδων σε ένα τελικό. Δεν είναι αυτονόητο να μην εφαρμόζονται οι κανονισμοί με την ίδια αυστηρότητα για όλους. Δεν είναι αυτονόητο να χρησιμοποιούνται θεσμοί και στάδια με όρους αθέμιτου πλεονεκτήματος.

Ο Ολυμπιακός ζητά το ελάχιστο. Ισονομία και σεβασμό στους κανόνες

Και όσο υπάρχει φωνή που το ζητά αυτό, η φωνή του Ολυμπιακού θα ακούγεται δυνατά.