Λούντζης: «Τρία απίστευτα χρόνια στον Ολυμπιακό»

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Ο Μιχάλης Λούντζης ήταν ο νέος καλεσμένος του podcast της Stoiximan GBL, Man to Man, όπου φυσικά μίλησε και για τον Ολυμπιακό.
Η «βουτιά» στο παρελθόν για τα ποδοσφαιρικά του χρόνια, η επιλογή του μπάσκετ που ξεκίνησε επειδή… ζήλεψε, αλλά και η αλησμόνητη εμπειρία της επίσκεψης σε Φυλακές Ανηλίκων, όταν ακόμα ήταν και ο ίδιος ανήλικος.
Αναλυτικά όσα δήλωσε ο Λούντζης:
Για την παιδική ηλικία και τη μετακίνηση στον Παναθηναϊκό:
«Από τα 16 και μετά που έκλεισαν τη μεταγραφή στον Παναθηναϊκό, ήταν ένα μεγάλο άλμα. Κάτι διαφορετικό. Σα… χαστούκι! Από εκεί που ήμουν στον Κρόνο, σε μία απλή καθημερινότητα, ήμουν στο σχολείο, από τη μία ημέρα στην άλλη βρέθηκα σε μία μεγάλη ομάδα, με παίκτες είδωλα. Ήταν δύσκολο να μπω σε αυτό και να το διαχειρίζομαι. Αλλά πριν από αυτό, ένα respect στους γονείς μου, δεν έβαζα κ@λο κάτω».
Για τα ποδοσφαιρικά του χρόνια:
«Έπαιζα χρόνια, έχω περάσει από πολλές ομάδες και τοπικές και πιο μεγάλες. Πάντα θυμάμαι όταν οι γονείς μου κανόνιζαν ένα φαγητό ή διακοπές με φίλους τους, να έχει μία αλάνα από πίσω και εγώ να είμαι εκεί να τρέχω ή να κλωτσάω μία μπάλα. Έχω παίξει στη θέση του αμυντικού και του αμυντικού χαφ. Δεν έκανα τη διαφορά, αλλά δεν ήμουν άμπαλος. Στεκόμουν στο γήπεδο κανονικά».
Γιατί διάλεξε το μπάσκετ και όχι το ποδόσφαιρο:
«Είναι λίγο αστείο πως ξεκίνησε το όλο θέμα. Έχω μία αδερφή που είναι τρία χρόνια μικρότερη και έκανε τάε-κβον-ντο για μεγάλο διάστημα. Και κάποια στιγμή ήθελε να ξεκινήσει και βόλεϊ. Οπότε ξεκίνησε πρώτη και έκανε και τα δύο μαζί. Σαν παιδί και εγώ, ζήλεψα! Ήθελα το ίδιο. Ήθελα και εγώ δύο αθλήματα. Και είπα μπάσκετ. Οι γονείς μου προσπάθησαν να με μεταπείσουν, “το ένα είναι με τα πόδια, το άλλο με τα χέρια, θα μπερδεύεσαι”. Και ξεκίνησα το μπάσκετ στον Κρόνο Αγίου Δημητρίου. Στην αρχή έσκαγα την μπάλα και χτυπούσε στο πόδι μου, την κυνηγούσα, το θυμάμαι. Τα έκανα μαζί, ποδόσφαιρο και μπάσκετ, για ένα με ενάμισι χρόνο και οι δικοί μου είχαν κάνει πολλές διαδρομές, αφού έπαιζα μπάλα στον Πανιώνιο».
Για την καλύτερη ανάμνηση από τον Κρόνο Αγίου Δημητρίου:
«Το πρώτο σοκ ήταν όταν με κάλεσαν στην πρώτη ομάδα. Και έκανα το πρώτο ταξίδι στη Χίο στην ηλικία των 14 ετών. Στη Γ’ Εθνική μπαίναμε στο καράβι. Φτάνουμε, τρώμε στο καράβι, παίζουμε το ματς και ετοιμαζόμαστε να γυρίσουμε το βραδινό δρομολόγιο. Στο γυρισμό είχε κύμα, αρκετά μποφόρ. Είπα να πάρω μία δραμαμίνη, δεν ήξερα πως λειτουργούσε, πήρα και άλλη μία. Πήγα στην καμπίνα και κοιμήθηκα. Είχαμε φτάσει στον Πειραιά, όλη η ομάδα με περίμενε στο πούλμαν. Θυμάμαι να ξυπνάω, να είμαι μόνος στο καράβι, όλα τα φώτα ήταν κλειστά».
Για τη μεταγραφή στον Παναθηναϊκό και την πρώτη προπόνηση:
«Ήταν κάτι τεράστιο. Ήταν εξωπραγματικό. Κοιτούσα τους συμπαίκτες μου και έλεγα πως είναι δυνατόν να βρέθηκα εκεί. Ήταν τότε που ο Παναθηναϊκός είχε κάνει ένα παιδομάζωμα. Ο Βασίλης Χαραλαμπόπουλος είχε πάει την προηγούμενη χρονιά, ήμουν εγώ, ο Αντώνης Κόνιαρης, ο Γιώργος Παπαγιάννης, ο Διαμαντάκος. Η πρώτη προπόνηση μου ήταν στο Καρπενήσι. Ήταν τόσο μεγάλο το άγχος μου, που έχω διαγράψει τις πρώτες ημέρες. Στον Παναθηναϊκό, ας μη κοροϊδευόμαστε, ήμουν σε μία ηλικία που δεν μπορούσα να βοηθήσω. Δεν ήμουν έμπειρος. Βοηθούσα στην προπόνηση και μάθαινα καθημερινά. Απ’ όλη αυτή την καθημερινότητα, μόνο κερδισμένος έβγαινα. Μόνο καλό μου έκανε και με βελτίωνε καθημερινά και στο μπασκετικό κομμάτι, αλλά και στην προσέγγιση, στη ζωή εκτός γηπέδου».
Για τον Ντούσκο Ιβάνοβιτς:
«Στο Καρπενήσι τρέχαμε… Τότε η προετοιμασία είχε και τρέξιμο, σε στίβο, σε γήπεδο ποδοσφαίρου. Αθλητικά παπούτσια, καπέλο για τον ήλιο και “τρέχα”. Ξαφνικά με τον Ιβάνοβιτς κάναμε τρέξιμο στα βουνά! Ανεβοκατεβαίναμε κανονικά, βλέπαμε τις κοτρώνες. Δεν θα το ξεχάσω ποτέ. Σε μία πρωϊνή προπόνηση, όπου συνήθως θα κάνεις λίγα βάρη, λίγα σουτ, λίγο 5-0. Και βλέπουμε το γυμναστή, τον Σάββα Αρώνη να βάζει τέσσερις κώνους στις γωνίες του γηπέδου. Ο Ντούσκο μας χώρισε σε δύο γκρουπ. Στην αρχή κάναμε ένα λεπτό και μετά ένα λεπτό ξεκούραση μέχρι να κάνουν οι άλλοι. Μετά δύο λεπτά, τρία λεπτά και μετά πυραμίδα (σ.σ.: 2 λεπτά, 1 λεπτό). Ξεκινήσαμε χαλαρά, γύρω στο 70-80%, με τον Ντούσκο να μας λέει “τι είναι αυτά; Τρέχουμε στο 100%”. Στο τελευταίο μονόλεπτο ήμουν.. νεκρός κάτω. Ζαλιζόμουν, τα πάντα γυρνούσαν και έλεγα “Χριστέ μου, τι έγινε;”».
Για τη ρήξη χιαστού:
«Ήμουν στο Λαύριο. Πρέπει να ήταν μια Τετάρτη. Και ήταν ή η τελευταία ή η προτελευταία φάση της προπόνησης. Πήγα να κάνω ένα λεί απ, κάποιος με έσπρωξε, έχασα την ισορροπία μου, έπεσα πολύ άσχημα. Με την πλάτη και τα πόδια μου έπεσαν τελευταία. Ήταν σοκ, αλλά όλοι στο Λαύριο με αγκάλιασαν. Έχω μία καταπληκτική σχέση με την ομάδα. Πήρα αγάπη. Στην αρχή δεν μπορείς να κάνεις κάτι, το δέχεσαι. Το δύσκολο είναι όταν νιώθεις ότι μπορείς να κάνεις κάποια πράγματα, τρέξιμο, κάποιες αλλαγές κατεύθυνσης, με την μπάλα λίγα στατικά σουτ. Εκεί νιώθεις ότι μπορείς παραπάνω, αλλά δεν πρέπει…».
Αν έβαζε έναν τίτλο για τη θητεία του στον Ολυμπιακό:
«Τρία απίστευτα χρόνια. Ήταν πάρα πολύ ωραία. Όχι μόνο στο μπάσκετ, όλη η καθημερινότητα. Από πριν πας στο γήπεδο, απ’ όταν πας. Με τα βάρη, τις ατομικές, τους ανθρώπους γύρω από την ομάδα, τις προπονήσεις, τους αγώνες, τις επιτυχίες”.
Για τον Γιώργο Μπαρτζώκα:
«Η συνύπαρξη ήταν πάρα πολύ καλή. Είναι ένας άνθρωπος ανοικτός και επικοινωνιακός. Μπορείς να του επικοινωνήσεις ό,τι σε απασχολεί ή να κάνεις μία απλή κουβέντα. Στο γήπεδο ποιος προπονητής δε θυμώνει; Όταν παίζεις και το ματς είναι στην… κόψη του ξυραφιού, είναι φυσιολογικό. Να σου πει κάτι, να του πει και εσύ. Πολλές φορές με τη φασαρία ή αν ένας παίκτης είναι θολωμένος, μπορεί να μην ακούει ούτε τα μισά. Αλλά ό,τι γίνει μέσα στο γήπεδο, μένει εκεί. Που είναι και το πιο σημαντικό».
Για το αν ο Τζόρνταν Γούκερ… χωρούσε στους «αιώνιους»:
«Το ταλέντο που έχει είναι απίστευτο. Είναι ένας τύπος που δεν ξέρω αν είναι 1.80 και μπορεί να βάλει την μπάλα μέσα με όποιο τρόπο θέλει. Τον έχω δει στην προπόνηση να βάζει 35-40 σερί τρίποντα με ντρίπλα από τα 7.5-8 μέτρα. Δεν είναι τυχαία αυτά που βλέπαμε. Θα έλεγα “ναι”, αν ήταν πιο ψηλός. Το μέγεθος με κρατάει. Θα του δοθεί η ευκαιρία να δοκιμάσει και να δει τον εαυτό του σε αυτό το επίπεδο».