Όχι η Ελλάδα δεν είναι ισχυρότερη σήμερα. Και αυτό δεν έχει να κάνει μόνο με την εξωτερική πολιτική που ακολουθείται.

Παρακολούθησα τη συζήτηση στη Βουλή και την επίμονη προσπάθεια του πρωθυπουργού να πείσει ότι επί των ημερών του η χώρα έγινε ισχυρότερη.

Θέλω να είμαι σαφής· εάν διαφωνώ με αυτή την εκτίμηση προφανώς δεν είναι επειδή τα τελευταία έξι χρόνια δεν είχαμε πόλεμο με την Τουρκία. Ούτε συμφωνώ με αρκετούς – συνήθως απόστρατους… – «στρατηγούς του καναπέ».

ΠΟΕΕΤ: Οργή των εργαζομένων σε εστίαση και τουρισμό – «Τα fake news της κυβέρνησης δεν έχουν τελειωμό…»
ΠΟΕΕΤ: Οργή των εργαζομένων σε εστίαση και τουρισμό – «Τα fake news της κυβέρνησης δεν έχουν τελειωμό…»

Όμως, θα ήταν λάθος να πούμε ότι η χώρα σήμερα είναι μια ισχυρή δύναμη. Ή μια δύναμη που τη λαμβάνουν σοβαρά υπόψη.

Αυτό έχει να κάνει καταρχάς με την κατάσταση που επικρατεί στη χώρα και την εικόνα που εκπέμπει. Πώς φαντάζει στα μάτια των υπολοίπων η οικονομία της πρώτα από όλα. Γιατί το θέμα δεν είναι το περιστασιακό άρθρο για το «πόσο καλά τα έχει πάει η Ελλάδα στα δημοσιονομικά», που κάποιες φορές είναι και αποτέλεσμα καλών δημοσίων σχέσεων.

Το θέμα είναι εάν η ελληνική οικονομία θεωρείται όντως ένα παράδειγμα προς μίμηση. Και εδώ αρχίζουν τα δύσκολα. Ναι, η χώρα έχει σχετικά υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης από άλλες ευρωπαϊκές, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι είναι ιδιαίτερα υψηλοί. Επιπλέον, η χώρα εξακολουθεί να στηρίζεται κατεξοχήν σε κλάδους όπως ο τουρισμός ή το real estate που μπορεί να τους λέμε «βαριά βιομηχανία», αλλά απέχουν από το να είναι. Να το πω διαφορετικά, άλλο κύρος δίνει σε μια χώρα το να έχει όντως βαριά βιομηχανία ή να παράγει εξελιγμένα εξαρτήματα νέων τεχνολογιών και άλλο το να έχει μεγάλα εισοδήματα από τον τουρισμό. Μπορεί, για να δώσω ένα παράδειγμα, όντως στη χώρα μας να γίνουν μεγάλα data centers, όμως για π.χ. στη μάχη για την κατασκευή τμημάτων και εξοπλισμού ηλεκτρικών αυτοκινήτων η χώρα μας δεν έχει μπει με αξιώσεις.

Έπειτα, είναι το τι συμβαίνει με το επιστημονικό δυναμικό της. Το να είναι μια χώρα κόμβος γνώσης και τεχνολογίας είναι δείγμα πραγματικής ισχύος. Αυτό θα σήμαινε, για παράδειγμα, τα δημόσια πανεπιστήμια, που είναι οι μεγαλύτεροι ερευνητικοί οργανισμοί της χώρας, να ήταν το «πετράδι του στέμματος» της χώρας, η αιχμή του δόρατος για να προσελκύσουμε επενδύσεις στην έρευνα, αλλά και για να εξάγουμε υψηλού επιπέδου πανεπιστημιακή εκπαίδευση (κάτι που με δικές τους πρωτοβουλίες ιδρύματα όπως το ΕΚΠΑ κάνουν, ιδρύοντας παράρτημα στην Κύπρο). Αντ’ αυτού έχουμε μια χώρα που τη δημόσια ανώτατη εκπαίδευση διαρκώς τη συκοφαντεί, της βάζει θεσμικές τρικλοποδιές την απαξιώνει προς όφελος ιδιωτικών σουπερμάρκετ πτυχίων που δεν κατορθώνουν να περάσουν ακόμη και έναν πολύ χαμηλό πήχη. Με αποτέλεσμα να έχουμε ακόμη brain drain.

Αναλογιστείτε εδώ εάν δίνει κύρος στη χώρα να βλέπουν στο εξωτερικό οι κάθε λογής διαμορφωτές πολιτικής τους Έλληνες επιστήμονες να διαπρέπουν αλλά και να εξηγούν γιατί δεν μπορούν να γυρίσουν πίσω στη χώρα τους, γιατί δεν θα βρουν ανάλογες συνθήκες εργασίας και αμοιβές και τελικά ανάλογες προοπτικές με αυτές που συναντούν στο εξωτερικό.

Από την άλλη, στη διεθνή σκηνή δεν ισχύει το «τα εν οίκω μην εν δήμω». Μα αυτό εννοώ ότι όλα τα σοβαρά προβλήματα μιας ανοιχτής πολιτικής κρίσης που μας απασχολούν το τελευταίο διάστημα δεν μένουν εντός συνόρων. Τα βλέπουν και απ’ έξω και σταθμίζουν ανάλογα. Όταν μια χώρα κατρακυλά ως προς την πραγματική κατάσταση με το κράτος δικαίου, όταν βλέπουν τις υποκλοπές να παραμένουν ατιμώρητες, γύρω από τα Τέμπη πρακτικές συγκάλυψης, όταν βλέπουν τη μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών να αποδοκιμάζει την κυβέρνηση, ποιος μπορεί να πιστέψει ότι όλα αυτά αυξάνουν το κύρος της χώρας;

Για να μη μιλήσουμε για το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ και το πώς έδωσε ένα ακόμη επιχείρημα σε όσους πιστεύουν ότι στη χώρα μας υπάρχει ενδημική διαφθορά και μάλιστα σε υψηλά επίπεδα. Και μια διεφθαρμένη χώρα δεν είναι μια χώρα με κύρος.

Και έπειτα ερχόμαστε στην ίδια την εξωτερική πολιτική. Όντως, ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει ακολουθήσει μια σταθερή πολιτική: απόλυτη συμπόρευση με την εκάστοτε «δυτική γραμμή», συμπόρευση με το Ισραήλ, διπλωματία των αμυντικών εξοπλισμών και βεβαίως αποφυγή εντάσεων με την Τουρκία – η τελευταία, ωστόσο, με σιωπηρή αλλαγή των «κανόνων εμπλοκής», αφού πλέον αντιμετωπίζουμε ως αμφισβήτηση κυριαρχίας την είσοδο περίπου στα χωρικά ύδατα.

Όντως, η χώρα μας δεν μπορεί παρά να αναζητά συμμάχους. Ας μην ξεχνάμε ότι εξακολουθεί να δέχεται αμφισβήτηση της κυριαρχίας από την Τουρκία, μια χώρα ρητά αναθεωρητική. Να το πω διαφορετικά, ούτε η Ισπανία, ούτε η Γερμανία, ούτε η Τσεχία έχουν να αντιμετωπίσουν κάποια γειτονική χώρα που να υποστηρίζει ότι θα έπρεπε να της ανήκει τμήμα του εθνικού χώρου. Επομένως όντως η Ελλάδα χρειάζεται συμμαχίες.

Όμως, συμμαχία δεν σημαίνει ότι απλώς ακολουθείς επιλογές. Ότι νομιμοποιείς οποιαδήποτε τοποθέτηση. Ότι δεν έχεις κανένα βαθμό ανεξαρτησίας ως προς την εξωτερική πολιτική.

Και η χώρα μας πληρώνει διάφορες τέτοιες συμπορεύσεις. Απώλεσε κάθε δυνατότητα επικοινωνίας με τη Ρωσία, παρότι είναι μια χώρα που μπορούσε να ασκήσει πίεση στην Τουρκία (η οποία κατάφερε να συνομιλεί και με τη Ρωσία και με την Ουκρανία). Συμπαρατάχτηκε με «συρμούς» μέσα στη Δύση, όπως η «αντιτραμπική» ρητορική, που σήμερα κοστίζει στην ικανότητα πρόσβασης στη τωρινή αμερικανική κυβέρνηση. Επέμεινε στη στρατηγική συμμαχία με το Ισραήλ χωρίς, χωρίς όμως να αντιλαμβάνεται ότι αυτό σήμαινε ότι έπρεπε να μπορεί να πει και ένα ηχηρό «ως εδώ» όταν έπρεπε, την ώρα που αποξενώθηκε από τμήμα του αραβικού κόσμου.

Πρωτίστως, η χώρα μας δεν παίρνει πρωτοβουλίες. Συμμετέχει σε διασκέψεις, αλλά πρωτοβουλίες δεν παίρνει. Ούτε πιέζει την Ευρωπαϊκή Ένωση στη μία ή την άλλη κατεύθυνση. Στην καλύτερη περίπτωση συμφωνεί ή στηρίζει πρωτοβουλίες που έχουν πάρει άλλες χώρες. Και το λέω αυτό χωρίς να θέλω να υποτιμήσω τη δουλειά που μπορεί να έχει γίνει πρωτίστως από το υπουργείο Εξωτερικών.

Για να μην αναφερθώ στο γεγονός ότι ακόμη και εκεί που η Ελλάδα όντως κρατούσε μια πιο ισορροπημένη πολιτική, σε διπλωματικό επίπεδο, έρχονταν μετά οι ίδιοι οι υπουργοί της κυβέρνησης – συνήθως χωρίς αρμοδιότητα επί της εξωτερικής πολιτικής αλλά που διεκδικούν να μιλούν περί παντός επιστητού – και ανατίναζαν κάθε έννοια ισορροπίας, όπως π.χ. όταν νομιμοποιούσαν και υποστήριζαν ακόμη και τις πιο επιθετικές πολιτικές του Ισραήλ.

Όλα αυτά στερούν κύρος από τη χώρα.

Το κυριότερο: η χώρα μας αυτή τη στιγμή, όπως και εάν την κοιτάξει κανείς, είτε περπατήσει τους δρόμους της, είτε διαβάσει δημοσκοπήσεις, δεν αποπνέει δυναμισμό. Ανησυχία, ανασφάλεια και αγωνία αποπνέει. Δεν είναι μια χώρα ανθρώπων που πιστεύουν ότι θα δουλέψουν και θα αγωνιστούν για να είναι καλύτερο το αύριο. Είναι μια χώρα ανθρώπων που αισθάνονται ότι αναγκάζονται να δουλεύουν όλο και πιο σκληρά απλώς και μόνο για να επιβιώσουν. Μια τέτοια χώρα δεν έχει αυτοπεποίθηση και άρα δεν μπορεί να παίξει και πρωταγωνιστικό ρόλο.

Αυτό σημαίνει ότι η χώρα δεν χρειάζεται απλώς μια πιο πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική, με σεβασμό στις υπάρχουσες συμμαχίες, διεύρυνσή τους και προφανώς αποφυγή «προσκολλήσεων». Χρειάζεται μια «αλλαγή παραδείγματος» σε όλα τα επίπεδα, από την οικονομία και μια στροφή σε κλάδους προστιθέμενης αξίας που προσελκύουν επενδύσεις μακροπρόθεσμες, στην παιδεία και στην ανάδειξη των δημόσιων πανεπιστημίων σε βασικούς ερευνητικούς πυλώνες αλλά και εργαλεία μιας επιστημονικής – εκπαιδευτικής «διπλωματίας», στην ισχυροποίηση της αμυντικής ικανότητας με κριτήριο την αποτελεσματικότητα (και όχι την αυταπάτη ότι θα αγοράσουμε διπλωματική υποστήριξη), πάνω από όλα στην παροχή σε όλη την κοινωνία ενός οράματος που να δώσει ξανά ελπίδα στους ανθρώπους που ζουν εδώ. Αυτή θα είναι η βάση για να ξαναγίνει η Ελλάδα μια χώρα με κύρος.

Post Scriptum: O πρωθυπουργός αναφέρθηκε πολύ απαξιωτικά στην εικόνα που είχε η χώρα πριν από αυτόν. Για την ακρίβεια υποστήριξε ότι ήταν το «ρεντίκολο της Ευρώπης». Όμως, παρόλα τα πραγματικά προβλήματα εκείνης της κυβέρνησης, τις αντιφάσεις ή ακόμη και τους λανθασμένους χειρισμούς, ήταν μια κυβέρνηση που σε επίπεδο ευρωπαϊκής κοινωνίας των πολιτών εξασφάλισε ένα κύμα αλληλεγγύης, την ώρα μάλιστα που η ΝΔ ταυτιζόταν με τις πιο κυνικές φωνές στην Ευρώπη, μια κυβέρνηση που κατάφερε να βγάλει τη χώρα από τα Μνημόνια, κάτι που της το αναγνώρισαν ακόμη και οι επικριτές της, και επίσης δέχτηκε τα συγχαρητήρια της διεθνούς κοινότητας γιατί έκλεισε το «Μακεδονικό», μια ανοιχτή πληγή στα Βαλκάνια. Όπως και να το δει κανείς δεν ήταν η χειρότερη εικόνα που θα μπορούσε να έχει η χώρα, σε μια περίοδο πολύ μεγάλων δυσκολιών, με μια οικονομία σχεδόν κατεστραμμένη και πολύ πιο αυστηρούς δημοσιονομικούς περιορισμούς από αυτούς που ισχύουν σήμερα.

Πηγή: in.gr

Thrylos24.gr

To thrylos24.gr είναι δίπλα σε κάθε άθλημα και κάθε στιγμή του Ολυμπιακού. Είτε πρόκειται για μπάλα ποδοσφαίρου είτε για μπάλα μπάσκετ, είτε για το παρκέ του βόλεϊ, αλλά και για κάθε άθλημα και κάθε είδηση του ερασιτέχνη.

Με καθημερινά blogs που καλύπτουν όλο το φάσμα του «ερυθρόλευκου» οργανισμού, με ζωντανές εκπομπές που τις έχετε αγκαλιάσει από την πρώτη στιγμή και φυσικά με όλη την επικαιρότητα από τον αθλητισμό και όχι μόνο. Thrylos24.gr, Το Νο.1 «ερυθρόλευκο» σάιτ που αγκαλιάσατε από την πρώτη στιγμή είναι εδώ, έτοιμο να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις της εποχής και όπου χτυπάει η καρδιά του Ολυμπιακού.