Ένα «μπλόκο» με υπογραφή!
Το παιχνίδι στο «Κλεάνθης Βικελίδης» άφησε πίσω του περισσότερα ερωτήματα απ’ όσα απαντήσεις. Όχι για την αγωνιστική εικόνα των ομάδων, ούτε για τις ευκαιρίες που χάθηκαν, αλλά για τον τρόπο με τον οποίο διευθύνθηκε ένας αγώνας υψηλής σημασίας.
Το 0-0 του Άρη με τον Ολυμπιακό δεν μπορεί να απομονωθεί από τις αποφάσεις του διαιτητή, οι οποίες διαμόρφωσαν συνθήκες που επηρέασαν άμεσα τη ροή, τον ρυθμό και τελικά το αποτέλεσμα.
Ήταν ένα παιχνίδι στο οποίο η διαιτησία έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο από το πρώτο μέχρι το τελευταίο λεπτό, καθορίζοντας τον ρυθμό, τα όρια και τελικά την ίδια την εξέλιξη του αγώνα.
Ο Γερμανός Γιαμπλόνσκι δεν ήρθε απλώς για να διευθύνει έναν αγώνα. Ήρθε για να εφαρμόσει μια συγκεκριμένη γραμμή, η οποία στην πράξη μεταφράστηκε σε ένα ξεκάθαρο «μπλόκο» στον Ολυμπιακό. Και αυτό το μπλόκο δεν ήταν θεωρητικό. Φάνηκε στο γήπεδο, φάση με τη φάση, απόφαση με την απόφαση.
Δύο μέτρα και δύο σταθμά από το πρώτο λεπτό
Από τα πρώτα λεπτά έγινε σαφές ότι το ματς δεν θα παιζόταν με ενιαία κριτήρια. Τα σκληρά μαρκαρίσματα των παικτών του Άρη αντιμετωπίστηκαν με ανοχή, ενώ αντίστοιχες επαφές από πλευράς Ολυμπιακού σφυρίζονταν άμεσα. Αυτό το μοτίβο δεν ήταν συγκυριακό. Επαναλήφθηκε σε όλη τη διάρκεια του αγώνα, δημιουργώντας ένα περιβάλλον στο οποίο η μία ομάδα μπορούσε να πιέζει, να μαρκάρει και να παίζει στα όρια, ενώ η άλλη όφειλε να είναι διαρκώς προσεκτική.
Η διαιτησία δεν προστάτευσε τον ρυθμό του παιχνιδιού. Αντιθέτως, τον έσπασε όποτε ο Ολυμπιακός προσπαθούσε να ανεβάσει ένταση, να κυκλοφορήσει γρήγορα την μπάλα ή να πιέσει ψηλά. Κάθε διακοπή λειτουργούσε αποσυμπιεστικά για τον Άρη και ανασταλτικά για τους «ερυθρόλευκους».
Το πέναλτι που δεν δόθηκε και δεν εξηγήθηκε ποτέ
Η φάση του χεριού μέσα στην περιοχή είναι από εκείνες που δεν αφήνουν πολλά περιθώρια ερμηνείας. Το χέρι βρίσκεται σε αφύσικη θέση, επηρεάζει την πορεία της μπάλας και πληροί τις προϋποθέσεις καταλογισμού πέναλτι, όπως αυτές εφαρμόζονται στα περισσότερα ευρωπαϊκά πρωταθλήματα.
Κι όμως, το πέναλτι δεν δόθηκε. Ούτε στο γήπεδο, ούτε μέσω VAR. Καμία σοβαρή εξήγηση δεν υπήρξε, καμία διάθεση επανεξέτασης, καμία αίσθηση ότι η φάση αντιμετωπίστηκε με τη βαρύτητα που της αναλογεί. Όταν σε αντίστοιχες φάσεις βλέπουμε παρεμβάσεις VAR σε Ισπανία, Ιταλία ή Γερμανία, η απόφαση στο «Κλεάνθης Βικελίδης» δεν μπορεί να χαρακτηριστεί απλώς διαφορετική. Είναι προβληματική.
Το πάτημα στον Τσικίνιο και η απόλυτη ανοχή
Αν το πέναλτι ήταν η μία όψη του νομίσματος, το μαρκάρισμα στον Τσικίνιο ήταν η άλλη. Ένα καθαρό πάτημα στον αχίλλειο τένοντα, από πίσω, σε φάση που εγκυμονεί σοβαρό κίνδυνο τραυματισμού, αντιμετωπίστηκε σαν να μην συνέβη ποτέ. Ούτε φάουλ, ούτε κάρτα.
Σε ένα παιχνίδι που υποτίθεται ότι διευθύνει διαιτητής «ελίτ», τέτοιες φάσεις δεν επιτρέπεται να περνούν απαρατήρητες. Κι όμως, πέρασαν. Και μάλιστα σε ένα ματς όπου η αυστηρότητα εμφανιζόταν επιλεκτικά. Η μη αποβολή σε αυτή τη φάση δεν ήταν απλώς ένα λάθος. Ήταν ένα μήνυμα. Ότι τα όρια σκληρότητας ήταν διαφορετικά, ανάλογα με τη φανέλα.
Η αποβολή, το timing και η συνολική εικόνα
Η αποβολή του Γκαρθία ήρθε νωρίς στο δεύτερο ημίχρονο και άλλαξε αριθμητικά τις ισορροπίες. Όμως το ζήτημα δεν είναι μόνο ησυγκεκριμένη φάση. Είναι το timing και το πλαίσιο στο οποίο ήρθε. Όταν έχει προηγηθεί ανοχή σε πολύ πιο σκληρά μαρκαρίσματα, όταν επικίνδυνες φάσεις δεν τιμωρούνται και όταν το VAR παραμένει σιωπηλό σε κρίσιμα σημεία, τότε η αυστηρότητα αποκτά άλλη διάσταση.
Ο Ολυμπιακός έμεινε με δέκα παίκτες σε ένα ματς όπου ήδη είχε να διαχειριστεί έναν αντίπαλο που έπαιζε με την άνεση της ανοχής. Το αποτέλεσμα αυτής της εξίσωσης ήταν προφανές. Ενώ λίγα λεπτά μετά είδαμε τη διάθεση του Γιαμπλόνσκι στη φάση με την κόκκινη που δόθηκε μέσω VAR για το μαρκάρισμα του Φαντιγκά στον Ταρέμι.
Ακόμη και στον χρόνο, η διαιτησία λειτούργησε εις βάρος του παιχνιδιού. Καθυστερήσεις ελάχιστες για όσα είχαν προηγηθεί, διακοπές χωρίς συνέχεια, παιχνίδι που σπάνια κυλούσε φυσιολογικά. Από τα λεπτά που υποτίθεται ότι προστέθηκαν, ελάχιστα παίχτηκαν πραγματικά.
Και όλα αυτά σε ένα ματς όπου ο Ολυμπιακός κυνηγούσε το γκολ, προσπαθούσε να βρει ρυθμό και να εκμεταλλευτεί τις στιγμές του.
Το αποτέλεσμα ως επιβεβαίωση του «μπλόκου»
Το τελικό 0-0 δεν έπεσε από τον ουρανό. Ήταν η φυσική κατάληξη ενός αγώνα που οδηγήθηκε εκεί. Όταν δεν σου δίνεται πέναλτι, όταν δεν αποβάλλεται αντίπαλος σε καθαρή φάση, όταν μένεις εσύ με παίκτη λιγότερο και όταν ο ρυθμός διακόπτεται συνεχώς, τότε το αποτέλεσμα δεν είναι τυχαίο.
Το «μπλόκο» λειτούργησε. Και λειτούργησε ακριβώς όπως σχεδιάστηκε.
Ένα ερώτημα που δεν μπορεί να αγνοηθεί
Η συζήτηση δεν είναι αν ο Ολυμπιακός θα έπρεπε να σκοράρει περισσότερο ή να τελειώσει καλύτερα τις φάσεις του. Η συζήτηση είναι αν του επετράπη να διεκδικήσει το παιχνίδι με ίσους όρους. Και η απάντηση, με βάση όσα είδαμε, δεν είναι καταφατική.
Όταν ένας διαιτητής λειτουργεί με τέτοιο τρόπο, δεν κρίνεται απλώς ένα ματς. Κλονίζεται η εμπιστοσύνη στη διαδικασία. Και αυτό είναι το πιο επικίνδυνο στοιχείο από όλα.
Ο Ολυμπιακός δεν ζητά προνομιακή μεταχείριση. Ζητά το αυτονόητο. Να παίζονται τα παιχνίδια στο γήπεδο και να κρίνονται από τους ποδοσφαιριστές.
Στη Θεσσαλονίκη, αυτό δεν συνέβη.